ΑΝΕΡΓΙΑ! |
Σε ειδοποίησαν ότι ο Διευθυντής σε θέλει στο γραφείο του. Άφησες «στη μέση» αυτό που έγραφες στον υπολογιστή και βρέθηκες να κάθεσαι απέναντι από αυτόν που σε ήθελε.
«Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι μαζί σας, αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να σας κρατήσουμε περισσότερο. Απολύεσθε!»
H λέξη βρόντησε σαν κανονιά στα αφτιά σου, η ψυχή σου βούλιαξε και η
καρέκλα που καθόσουν βρέθηκε να αιωρείται πάνω από ένα μαύρο κενό,
που απειλούσε να σε καταπιεί: Άνεργος!
Μάζεψες τα πράγματά σου, αυτό που έγραφες έμεινε για πάντα «στη μέση» και
βρέθηκες να περπατάς σαν χαμένος στο δρόμο. Έφτασες στο σπίτι, σε υποδέχθηκε η σιωπή του, χαμένος μέσα σε μια καινούργια κατάσταση.
Οι μέρες άρχισαν να κυλάνε κι εσύ όλο και πιο πολύ χάνεσαι μέσα σε μια ερημιά. Ανάμεσα στο πλήθος, εσύ νιώθεις πως δεν έχεις καμιά σχέση μαζί τους. Εκείνοι έχουν δουλειά, μπαίνουν σε μαγαζιά, ψωνίζουν, πίνουν καφέ στις καφετέριες, γελούν.
Το τέλος του μηνός δεν θα φέρει εκείνα που μέχρι στιγμής μπορούσαν να διακρίνουν τη «ζωή» από την «επιβίωση». Τα χρήματα!
Δεν υπάρχει κανείς να μιλήσεις μαζί του. Οι φίλοι, όταν το έμαθαν, σε πήραν τηλέφωνο. Σε κάλεσαν να βγείτε σε κάποιο ταβερνάκι. Σε κέρασαν. Μία φορά. Δεύτερη φορά. Πόσες όμως φορές μπορεί να γίνει αυτό; Άρχισες να αρνείσαι με διάφορες προφάσεις.
Το τηλέφωνο σιγά - σιγά σταμάτησε να χτυπάει. Η συνειδητοποίηση του «είσαι άνεργος» σε οδηγεί στο περιθώριο. Το περιθώριο γίνεται απομόνωση.
Εδώ και 5 λεπτά στέκεσαι στη βιτρίνα με τα παπούτσια. Τα δικά σου θέλουν επειγόντως άλλαγμα. Εκείνο το ζευγάρι σου αρέσει. Αλλά ξέρεις ότι το κατώφλι του μαγαζιού δεν μπορείς να το διαβείς. Η πωλήτρια σε κοιτάει με περιέργεια. Τα μάτια σου βουρκώνουν. Ευτυχώς τα γυαλιά είναι μαύρα. Φεύγεις.
Ψάχνεις σε αγγελίες. Στέλνεις βιογραφικά. Πολλά βιογραφικά. Αλλά κανείς δεν σου απαντάει. Και ψάχνεις. Και συνεχίζεις να ψάχνεις! Σταμάτησες πια να βγαίνεις. Τον κόσμο τον νιώθεις
εχθρικό. Στο μυαλό σου συνεχώς κάποιος σου ψιθυρίζει «είσαι αποτυχημένος! Απέτυχες! Είσαι χωρίς δουλειά!». Το κεφάλι σου πάει να σπάσει. Προσπαθείς να κρατηθείς. Προσπαθείς. Μέχρι στιγμής τα καταφέρνεις. Αναρωτιέσαι για πόσο! Θεέ μου, για πόσο ακόμα;;; Πότε
βουλιάζεις σε ερέβη απελπισίας και πότε γεμίζεις με μίσος για όλους. Ένα έγκλημα διαρκείας! Ένα έγκλημα για το οποίο κανείς δεν πληρώνει και δεν πλήρωσε ποτέ. Ένα έγκλημα που κατασπαράσσει αργά, αλλά σταθερά την ψυχή, διαλύει το μυαλό και φορές ανατινάζει και το
κορμί.
Δία, Θεέ των Θεών! Ρίξε φωτιά και λάβα στα κεφάλια |
αυτών που απεργάζονται τούτη την εξόντωση του |
ανθρώπινου πλάσματος! Ρίξε τους κεραυνούς σου σε |
όλους αυτούς που γεμάτοι από υποκρισία, αναλγησία |
και απανθρωπιά ανοίγουν τους δρόμους σε όλα αυτά τα |
εγκλήματα. |
Αλλά ξέρω ότι κι εσύ δεν υπάρχεις. Οι κεραυνοί δεν θα πέσουν πάνω σε κανέναν από αυτούς.
Αυτοί όμως θα συνεχίσουν να διαφεντεύουν τις ζωές μας με τον μόνο τρόπο που ξέρουν: Τον γεμάτο ανατριχιαστική αδιαφορία απάνθρωπο τρόπο!
(Για την αντιγραφή: ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΙΑΣΑ - ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ, εφημ. Μετρόραμα 14/7/2010)